Σαρλ Μπωντλαίρ

Oμιλία της κ. Μαριάννας Παπουτσοπούλου, για τα Άνθη του Κακού του Σαρλ Μπωντλαίρ (υπό έκδοση απο το Κουκούτσι), Βιβλιοπωλείο "Επί λέξει", 30/5/2017

Γιατί Τα Ανθη του Κακού; Τι με έπιασε να μεταφράσω 154 ποιήματα...

Ήταν τέλος του 2009 και διάβαζα τα Άνθη του κακού στο πρωτότυπο παράλληλα με κάποια άλλα κείμενα που το έργο έχει βαθιά επηρρεάσει, ανακαλύπτοντας από την αρχή αυτή την ποίηση, ποιήματα υπέροχα, ανθρώπινα, άλλα φοβερά, άλλα ευαίσθητα, πολλά αισθησιακά, κάποια σατιρικά, αρκετά σαρκαστικά, μερικά μακάβρια, πολλά στοχαστικά, καμπόσα θεολογικά, πολλά οργισμένα, εκπληκτικά με δυο λόγια, σωστό μάθημα ποίησης σε μια αντιποιητική εποχή.
Και λέω κάποια στιγμή μέσα μου: όμως δεν υπάρχει μια σημερινή πλήρης ποιητική μετάφραση... Μόνο ό,τι έχουμε από τον Γιώργη Σημηριώτη και τον Αχιλλέα Παράσχο... παλιές ιστορίες...μεταφρασμένα μόνο είκοσι από τα πεζά ποιήματα από την Εύα Μυλωνά ( Ίκαρος), τα έξι Απαγορευμένα απο τον Ερρίκο Σοφρά (Μεταίχμιο), λιγα από τον Νίκο Φωκά...και κάποιες ακόμη απόπειρες, που μάλλον αδικούν τον μεγάλο ποιητή. Μα η ποιητική μετάφραση ειναι δύσκολη, ε, ναι...
Λοιπόν θα τα μεταφράσω όλα, αποφάσισα. Γιατί όλα; Γιατί έτσι πρέπει να κάνουμε αν θέλουμε κάποτε να γνωρίσουμε τους ποιητές και τους συγγραφείς, όλα τους, άπαντα και σχολιασμένα. Μακάρι να τα καταφέρω, κι έτρεμε το φυλλοκάρδι μου από την πρόκληση και την ευθύνη.....
Κι έτσι για το κέφι μου ξεκίνησα πριν οκτώ χρόνια χωρίς παραγγελία...Αφορμή μια αγαπημένη φίλη που μου ξαναδιάβασε τις Χίμαιρες μια βραδιά, και ο Λορεντζάτος με την τελευταία στροφή των Φάρων στα Collectanea.

Επειδή ο Μπωντλαίρ δεν είναι αυτός που νομίζει ο πολύς κόσμος στην Ελλάδα.Δεν είναι χασικλής, δεν είναι γρουσούζης, δεν είναι καταθλιπτικός, δεν είναι μισογύνης ούτε καν ...σατανιστής...! Είναι τρυφερός και ανθρώπινος, λαχταράει κι ελπίζει, ζηλεύει και πονάει όπως ο καθένας, κυρίως όμως είναι μανιακός με την τέχνη: τα εικαστικά και την μουσική, τη φωτογραφία και τη μετάφραση, την ποίηση και το μικρό πεζό. Κι εκεί, μέσα στην τέχνη του, είναι μεγαλοφυής.
Είναι ποιητής ανανεωτικός, όσο και εραστής της τέλειας φόρμας, της μουσικότητας, της σπάνιας ρίμας ...Είναι ο δεύτερος του μικρού ποιητικού πεζού, που λατρεύω, μετά τον Αλούσιους Μπερτράν. Είναι τελειοθήρας.
Είναι βέβαια και ο πρώτος ποιητής που μιλάει ωμά για την άσχημη πλευρά της ζωής, για τη μεγαλούπολη και τη διαφθορά της, για την σκοτεινή πλευρά του ίδιου του εαυτού του.
Κι αν είναι ερωτικός μέχρι αυτοθυσίας και συναισθηματικός μέχρι ..βλακείας, κι αν είναι θλιμμένος που δεν βλέπει το Ιδεώδες του ενσαρκωμένο, ωστόσο είναι διατεθειμένος να ασχοληθεί με κάθε παρία, από τον ρακοσυλλέκτη μέχρι τον φονιά, τη γριούλα, την πόρνη, τη νέγρα, την λεσβία, τον μεθύστακα, την χαζούλα γυναίκα, την πεθαμένη υπηρέτρια, τον οπιοφάγο, τον ληστή.. Να μπει στη θέση τους με την “πολλαπλή” όπως την λέει ψυχή του.
Για λίγο θα είναι στα οδοφράγματα του 1848 και φουριεριστής! μετά, απογοητευμένος από την εξέγερση και τις ηγεσίες, μένει στο σπίτι, κλεισμένος και γράφει τις Παρισινές εικόνες.
Τον κυνηγούν οι λογοκριτές όσο και τον φίλο του Φλωμπέρ...Τον αγνοεί η κριτική, συγκεκριμένα ο πολύς Σαιντ Μπεβ, και η Ακαδημία, αλλά τον τιμούν ο Ουγκώ, ο Φλωμπέρ, ο Γκωτιέ, ο Μπανβίλ....Τον κυνηγούν και οι δανειστές τον δανδή μας...Στα στερνά δεν εχει καλά ρούχα πια, και προτιμά να μη βγαίνει καν.. Τι άλλο πια χρειάζεται για να τον αγαπήσεις;

Βάλθηκα λοιπόν όλο να μαθαίνω και να εμβαθύνω, κι όλο να βελτιώνω την μετάφραση μου στα Άνθη, ενώ παράλληλα συζητούσα με φίλους ποιητές, μετέφραζα και συνοδευτικό υλικό, όπως ήταν η επιστολή αυτή του Προυστ για την Nouvelle R.F. που παρουσιάσαμε σήμερα, βιογραφίες, άρθρα, φιλολογικές μελέτες, μελετούσα το έργο του συνολικά, τις μεταφράσεις του στον Πόε και τον Ντε Κουίνσυ, έχω μεταφράσει και ένα μέρος από το Σπλην ντε Παρί.
Δεν έχω σπουδάσει Γαλλική φιλολογία, τα γαλλικά μου είναι του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας της δεκαετίας του 60, και άρχισαν όταν ήμουν πολύ μικρή. Λογοτεχνία και ποίηση δίδαξα για τριάντα χρόνια στη μέση εκπαίδευση, γράφω και εγώ όσο γράφω, γι αυτό και την ποίηση του Μπωντλαίρ την πλησίασα γονατιστή κυριολεκτικά, έκθαμβη, από έκπληξη σε έκπληξη! Ποτέ δεν υπήρξε για μένα μάθημα, ή εξεταστέα ύλη, μόνο Ποίηση, μια Ποίηση που οδηγούσε από άβυσσο σε κορυφή! Επειδή είμαι σε θέση τώρα πια, μετά από τόσα διαβάσματα, να καταλαβαίνω τι σημαίνει για την παγκόσμια λογοτεχνία ο Σ.Μπ., τα θέματα του, η διαχείρισή τους., το πάθος του, η ειλικρίνειά του.... Θα χρειάζονταν δυο τρεις ποιητές από τους μεγαλύτερους να κάνουν έναν Μπωντλαίρ, και άν...

Τα άνθη του κακού, οργανώθηκαν από τον ίδιο τον Μπωντλαίρ στη β έκδοση του 1861 (μετά την καταδίκη των έξι Απαγορευμένων ποιημάτων) σε έξι μέρη, που ακολουθούν τον χαιρετισμό
Στον αναγνώστη`
Ι Μελαγχολία και Ιδεώδες,
ΙΙ. Παρισινές εικόνες (προσθήκη του 1861),
ΙΙΙ. Το κρασί,
ΙV. Τα άνθη του κακού,
V. Εξέγερση,
VI. Ο θάνατος.

Η δίγλωσση έκδοση που ετοιμάζουμε στο Κουκούτσι περιλαμβάνει επίσης σε διακριτή ενότητα και
VII. Τα έξι απαγορευμένα-λογοκριμένα ποιήματα,
καθώς και VIII. Τα ποιήματα που προσέθεσε ο Μπωντλαίρ στην τρίτη έκδοση του 1868, που επιμελήθηκε ο ίδιος λίγο πριν τον θάνατό του.
Τόσο η μετάφραση όσο και τα περισσότερα σχόλια βασίστηκαν στην πιο έγκυρη φιλολογικά έκδοση των Απάντων του ποιητή, Charles Baudelaire, Oevres complets, Pleiade, nrf, Gallimard, 1975.

Προσπάθησα μεταφράζοντας να μείνω όσο γινόταν πιστή στο μπωντλαιρικό ύφος. Γνωρίζοντας δυσκολίες και κινδύνους αποφάσισα να ακολουθήσω τον τύπο της ρίμας και του μέτρου, καθώς και τον ρυθμό που επιλέγει ο ποιητής, όπου αυτό μου ήταν δυνατόν χωρίς να στραγγαλίζω το ποίημα. Οι διαφορές της γαλλικής από την ελληνική γλώσσα είναι πολύ μεγάλες με αποτέλεσμα ο δωδεκασύλλαβος αλεξανδρινός στίχος να μετατρέπεται συχνά κατά την μεταφορά σε δεκαπεντασύλλαβο ή και πιο πολύ. Προτίμησα, όπου αυτό ήταν εφικτό, μικρές προσαρμογές που κρατούσαν τα όρια. Προσπάθησα επίσης να διασώσω τον τόνο, που τόσο συχνά αλλάζει από την βαθύτερη απόγνωση στην λεπτή ειρωνία, την καρικατούρα, τον σαρκασμό, το παιχνίδισμα, την απαλότερη οικειότητα, τους θρησκευτικούς τόνους, την παρωδία, τον κλαυσίγελω, τον θρήνο κτλ, και να διατηρήσω όσο μου ήταν δυνατόν την μουσική του και την μπωντλαιρική απλότητα, ενίοτε πεζολογία, τη δραματοποίηση και τον διάλογο, τη φάρσα και το ειδύλλιο, κάθε του πτυχή. Μακάρι κάτι ελάχιστο να κατάφερα. H εργασία μου αυτή οφείλει βεβαίως πολλά στη μελέτη των προηγούμενων αποδόσεων των ποιημάτων του Σαρλ Μπωντλαίρ στη γλώσσα μας από τους Γιώργο Σημηριώτη, Κλέωνα Παράσχο, Κώστα Καρυωτάκη, Κωνσταντίνο Καβάφη, Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου, Αλέξανδρο Μπάρα, Νίκο Φωκά, Ερρίκο Σοφρά κ.ά. , που προηγήθηκαν.
Οι αδερφικοί φίλοι Κατερίνα Λακαφώση, φιλόλογος, και Δημήτρης Νικηφόρου, ποιητής, ήταν κοντά μου όσο δούλευα, και τους ευχαριστώ γι αυτό. Ο Δημήτρης, θαυμάσιος ποιητής και μεταφραστής αγγλόφωνων και ρώσων ποιητών, ελάχιστα εκδομένος, στάθηκε ο άνθρωπος που με έκανε να προχωρήσω στην ποιητική μετάφραση με το παράδειγμά του, συζητούσαμε για όλα, του χρωστώ πολλά. Η Κατερίνα ήταν η αληθινή φίλη, αδερφή ψυχή και πολύ συχνά πρώτη αναγνώστις.
Τέλος, πέρσι τα Χριστούγεννα ήρθε και η μεγάλη στιγμή, ο εκδότης ποιητής Βασίλης Ζηλάκος μου ζήτησε τα Άνθη για το Κουκούτσι.. Συγκινήθηκα εννοείται, δεν είναι μικρό πράγμα αυτό, και από τότε με θαυμάσιο τρόπο, απλά, φιλικά, σαν το νεράκι, κυλάει η συνεργασία μας προς την έκδοση.
Ας διαβάσουμε λοιπόν μερικά ποιήματα συντροφιά...

M.ΠΑΠΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ

(ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Μ.ΠΑΠΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ)

CV. Το κρασί των ρακοσυλλεκτών, Σαρλ Μπωντλαίρ (1857)

Συχνά κάτω απ’την πορφυρή τη λάμψη κάποιου φανοστάτη.
Που ο άνεμος τη φλόγα του χτυπά ταρακουνώντας το γυαλί,
Στο κέντρο συνοικίας παλιάς, μες σε λαβύρινθο λασπιάρη.
Που μυρμηγκιάζει θύελλας μαγιά τ’ ανθρωπομάνι,

Ένα ρακοσυλλέκτη βλέπεις νά’ ρχεται κουνώντας το κεφάλι,
Σκοντάφτοντας,βρίσκοντας στα ντουβάρια σαν τον ποιητή,
Και τους χαφιέδες αγνοώντας,λες και είναι υποταχτικοί,
Σε δοξασμένα σχέδια την καρδιά κινάει να βάλει.

Όρκους κυρήττει, νόμους νέους υπαγορεύει ,
Καταγκρεμίζει τους κακούς, τα θύματα ψηλά ανεβάζει,
Και κάτω απ' το στερέωμα σαν τέντα τσιτωμένος 
Μεθά απ' της δικιάς του αρετής το μεγαλείο. *32

Αυτοί,που τους μακέλεψε το άτυχο αίσθημά τους,
Από τα χρόνια σκεβρωμένοι κι αργασμένοι απ’ τη δουλειά
Ξεθεωμένοι και σκυφτοί στους σκουπιδοσωρούς από κάτου,
Του πελωρίου Παρισιού τα μπερδεμένα ξερατά,

Ξανάρχονται αναδίνοντας του κρασοβάρελου τη μυρωδιά,
Έχοντας συντροφιά τους λευκασμένους μες τις μάχες
Με τα μουστάκια τα πεσμένα όπως λάβαρα παλιά.
Κι από κοντά σημαίες,λουλούδια,του θριάμβου αψίδες,

Στέκονται εδώ μπροστά τους,επίσημη μαγεία!
Και μες το όργιο τούτο το εκπληκτικό και φωτεινό Σαλπίσματα, τυμπανισμούς, ιαχές, ήλιου χαρά,
Τη δόξα φέρνουν στο λαό, πού από έρωτα μεθά αληθινό !
Όμοια και το ανόητο ανθρωπομάνι το διασχίζει.

Κυλώντας το χρυσό κρασί, σαν Πακτωλός θαμπωτικός 
Κι απ' το λαρύγγι μας υμνώντας άθλους ,λυρικός,
Κάθε ζωή, δώρα σκορπίζοντας, σα βασιλιάς ορίζει
Κι όπως, την πίκρα και την πλήξη να παρηγορήσει

Γεροκαταραμένων που πεθαίνουν στη σιωπή,
Βρήκε ο Θεός τη νύστα, αφού τον έτρωγαν οι τύψεις,
Πρόσθεσε ο Άνθρωπος, τέκνο ιερό του Ήλιου, το Κρασί!

Le Vin de chiffonniers Souvent à la clarté rouge d'un réverbère. Dont le vent bat la flamme et tourmente le verre, Au coeur d'un vieux faubourg, labyrinthe fangeux Où l'humanité grouille en ferments orageux, On voit un chiffonnier qui vient, hochant la tête, Butant, et se cognant aux murs comme un poète, Et, sans prendre souci des mouchards, ses sujets, Epanche tout son coeur en glorieux projets. Il prête des serments, dicte des lois sublimes, Terrasse les méchants, relève les victimes, Et sous le firmament comme un dais suspendu S'enivre des splendeurs de sa propre vertu. Oui, ces gens harcelés de chagrins de ménage Moulus par le travail et tourmentés par l'âge Ereintés et pliant sous un tas de débris, Vomissement confus de l'énorme Paris, Reviennent, parfumés d'une odeur de futailles, Suivis de compagnons, blanchis dans les batailles, Dont la moustache pend comme les vieux drapeaux. Les bannières, les fleurs et les arcs triomphaux Se dressent devant eux, solennelle magie! Et dans l'étourdissante et lumineuse orgie Des clairons, du soleil, des cris et du tambour, Ils apportent la gloire au peuple ivre d'amour! C'est ainsi qu'à travers l'Humanité frivole Le vin roule de l'or, éblouissant Pactole; Par le gosier de l'homme il chante ses exploits Et règne par ses dons ainsi que les vrais rois. Pour noyer la rancoeur et bercer l'indolence De tous ces vieux maudits qui meurent en silence, Dieu, touché de remords, avait fait le sommeil; L'Homme ajouta le Vin, fils sacré du Soleil!